Γιατί μπορείς να θεωρείς τον εαυτό σου ηθικά ανώτερο απ’ όλους τους άλλους χωρίς να χρειαστεί ποτέ να αποδείξεις έμπρακτα σε τι συνίσταται η ανωτερότητά σου.
Αρκεί που τη διατυπώνεις σαν αξίωμα.
Γιατί έχεις το ελεύθερο να θεωρείς ότι η πραγματική πολιτική εξαντλείται σε φιλοσοφικά αποφθέγματα και στην απαρίθμηση ουτοπικών ευσεβών πόθων, με τους οποίους συμφωνούν πάνω κάτω όλοι (κυρίως δε, ο Πίτερ Παν).
Γιατί μπορείς να κατακρίνεις τα πάντα, χωρίς να αντιπροτείνεις κάτι. Η απάντηση σε όλα είναι η αγάπη.
Γιατί έχεις προκαταβολικά δίκιο σε κάθε συζήτηση, αφού δεν χρειάζεται να δομείς και να καταθέτεις επιχειρήματα.
Σε περίπτωση που τα χρειαστεί ο συνομιλητής σου, τον αποστομώνεις λέγοντάς του ότι δεν έχει διαβάσει ποτέ του ιστορία (η οποία είναι πάντα με το μέρος σου).
Γιατί έχεις την πιο συμφέρουσα σχέση με τον καπιταλισμό. Τον εκμεταλλεύεσαι όταν, με τον τρόπο,
και στο βαθμό που επιθυμείς (καταναλώνοντας προϊόντα του, παρέχοντάς του τις υπηρεσίες σου, αμειβόμενος απ’ αυτόν) αλλά θεωρητικά είσαι μόνιμος πολέμιός του.
Έτσι, καταφέρνεις να επωφελείσαι από τις θετικές του πτυχές, ενώ παράλληλα αποποιείσαι κάθε ευθύνη για τα “τρομακτικά δεινά” που προκαλεί – δεδομένου ότι τύποις δεν σε βρίσκει σύμφωνο και, ως γνωστόν, στον κόσμο σου μετράει μόνο η ιδεολογία, δηλαδή αυτό που πιστεύεις και λες ότι είσαι.
Γιατί μπορείς να αντιτίθεσαι φιλοσοφικά στο concept της εξουσίας και να θεωρείς απάνθρωπο όποιον την ασκεί (σε οποιαδήποτε μορφή και έντασή της – από τον γυμνασιάρχη μέχρι τον πρωθυπουργό), αλλά να την εγκρίνεις με μεγάλη χαρά όταν ασκείται από σένα ή από κάποιον δικό σου.
Γιατί μπορείς να εχθρεύεσαι κάθε διαδικαστικό πλαίσιο και δημοκρατικό εργαλείο, όταν αυτά επιβάλλονται και χρησιμοποιούνται από άτομα μη αριστερά (γιατί κατά την κρίση σου δεν έχουν ως άξονα τον άνθρωπο- πςςς βαθύ ε;), αλλά να ζητάς την απαρέγκλιτη και αυστηρότατη τήρησή τους όταν τα επικαλούνται εκείνοι που συμπαθείς.
Γιατί δικαιούσαι και, για την ακρίβεια, έχεις το αποκλειστικό προνόμιο να αποκαλείς χούντα, φασισμό, ολοκληρωτισμό, κάθε εφαρμογή νόμου που δεν σου πολυαρέσει, καθώς και να χαρακτηρίζεις φασιστικό το κράτος που περικλείει το νομοθετικό καθεστώς που αντιπαθείς.
Εν συνεχεία, έχεις το δικαίωμα να δηλώσεις ικανοποιημένος απ’ την εφαρμογή των ίδιων ακριβώς νόμων και δημοκρατικών θεσμών – αρκεί να έχει αλλάξει η κυβέρνηση.
Γιατί έχεις το αποκλειστικό προνόμιο να παράγεις αυθεντική κρίση περί βίας, καθώς και να πλάθεις διαρκώς νέες υποκατηγορίες της, ανεξάρτητα από τους ορισμούς της επιστήμης, γιατί ασφαλώς εσύ ξέρεις καλύτερα.
Στο ίδιο πλαίσιο, διατηρείς το αποκλειστικό δικαίωμα να την αποστρέφεσαι μετά βδελυγμίας και να θέτεις κάτω απ’ την ομπρέλα της, πρακτικά, οτιδήποτε σε δυσαρεστεί, αλλά να υποστηρίζεις και να απαιτείς την εφαρμογή της στους εχθρούς σου. Γιατί τότε δεν είναι βία, είναι δικαιοσύνη.
Γιατί στο οπλοστάσιο των επιχειρημάτων σου έχεις πάντα απόλυτες απόψεις, που δεν έχουν ανάγκη την επικύρωση της επιστήμης, γιατί, ως γνωστόν, οι επιστήμες και τα πτυχία είναι πουλημένα/αγορασμένα/διαβρωμένα/ξεφτιλισμένα πράγματα που απομακρύνουν τον άνθρωπο απ’ την πραγματική γνώση.
Έτσι, έχεις τη δυνατότητα να υποστηρίζεις τα πάντα αλλά και να αρνείσαι τα πάντα, χωρίς να βαρύνεσαι από οποιοδήποτε χρέος στοιχειοθέτησης των ισχυρισμών σου.
Γιατί μπορείς να σνομπάρεις την εκπαίδευση, το σχολείο, το πανεπιστήμιο, τα μαθήματα, τις σπουδές και τους επιμέρους γνωστικούς κλάδους, αλλά παράλληλα να διεκδικείς ενεργό ρόλο στη διαμόρφωση του προγράμματος σπουδών και της διοίκησης του πανεπιστημίου.
Γιατί ο πρότερος βίος σου δεν έχει καμία σημασία, άπαξ και αποφασίσεις να προσχωρήσεις στο αριστερό στρατόπεδο.
Από τη στιγμή που ασπάζεσαι το δόγμα και τσιτατοποιείς ανάλογα τον λόγο σου, θεωρείσαι ιεραπόστολος, και ό,τι πεις αποκτά ειδικό βάρος και ποιητική διάσταση. Όλο το μητρώο σου σβήνεται και πλέον θεωρείσαι κάτι λιγότερο από άγιος.
Γιατί, ενώ, τυπικά, τάσσεσαι κατά των διακρίσεων και των ταμπελών, έχεις το δικαίωμα να τσουβαλιάζεις όλους τους αντιπάλους σου σε μία κατηγορία, να δίνεις στην κατηγορία την ταυτότητα που σε βολεύει, και να τους πετροβολείς συλλήβδην.
Γιατί έχεις το ελεύθερο να μιλάς εκ μέρους του λαού, χωρίς να σε έχει εξουσιοδοτήσει κανείς.
Γιατί έχεις την πιο βολική σχέση με τη λογική. Όποτε θες ή αναγκάζεσαι να συγκρουστείς μαζί της, δεν είσαι παράλογος όπως θα ήταν οποιοσδήποτε άλλος, είσαι απλώς ένας ρομαντικός επαναστάτης που θέλει να αλλάξει τον κόσμο πριν καληνυχτίσει τον Κεμάλ.
Γιατί μπορείς να ισχυροποιείς διαρκώς την ούτως ή άλλως δεσπόζουσα θέση σου, καπηλευόμενος αγώνες άλλων, με τους οποίους δεν σε συνδέει τίποτα πέρα από τη φαντασία σου.
Γιατί η αριστεροσύνη σου είναι κάτι σαν τιμητικός τίτλος που θα σε συνοδεύει καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής σου και θα σου αγοράζει θέσεις, διακρίσεις και δόξα, χωρίς να έχεις κάνει απαραίτητα κάτι γι’αυτό ή να διαθέτεις οποιοδήποτε ταλέντο.
Γιατί έχεις το καταπληκτικά σουρεαλιστικό πλεονέκτημα να στιγματίζεις ως απολιτίκ όποιον δεν έχει κοινά πολιτικά φρονήματα με σένα.
Γιατί είναι αυτοδικαίως δεδομένο και οικουμενικά αποδεκτό, ότι ανήκεις -άνευ ετέρου- στην κατηγορία των μεγαλύτερων κοινωνικών αγωνιστών και παράλληλα των πιο ριγμένων πολιτών, απλώς επειδή πηγαίνεις σε πορείες και πιστεύεις ότι το κράτος σου χρωστάει.
Γιατί μπορείς να καταγγέλεις διαρκώς την προπαγάνδα, ενώ παράλληλα δηλώνεις ανεπηρέαστος απ’ αυτήν – κι όλο αυτό να μην είναι καθόλου αντιφατικό.
Γιατί έχεις την πιο ιδιότυπη και κινηματογραφικά σχιζοφρενική σχέση με το κράτος. Αυτό οφείλει να σε πληρώνει, να σε αποζημιώνει, να σε μορφώνει, να σε φροντίζει, να σε προσέχει, να σε προσλαμβάνει, να σε κακομαθαίνει, να μη σε κουράζει, να σε περιθάλπει, να κάνει το ίδιο και για τα παιδιά σου, κι εσύ το μόνο που χρειάζεται να κάνεις, είναι να επισημαίνεις πόσο κακό κι ανεπαρκές είναι.
πηγή: stithoskopio