Στις 18 Ιουλίου, το Ντιτρόιτ έγινε η μεγαλύτερη πόλη στην ιστορία των ΗΠΑ που κήρυξε πτώχευση. Η αίτηση υπαγωγής σε καθεστώς προστασίας από τους πιστωτές είναι η τελευταία πράξη ενός αργού θανάτου που ξεκίνησε δεκαετίες πριν με την κατάρρευση της αυτοκινητοβιομηχανίας, η οποία παρέσυρε την άλλοτε κραταιά πρωτεύουσα της παγκόσμιας βιομηχανίας, που είχε συνδέσει την τύχη της με τις τρεις κορυφαίες επιχειρήσεις -τη Ford, την Chrysler και την General Motors.
Με το συσσωρευμένο χρέος να έχει εκτοξευθεί στο δυσθεώρητο ύψος των 18,5 δισ δολαρίων περίπου (14 δισ ευρώ) για 700,000 κατοίκους, ο κυβερνήτης του Μίσιγκαν Ρικ Σνάιντερ δεν είχε άλλη επιλογή από το να ακολουθήσει τις συμβουλές του διαχειριστή της κατάστασης έκτακτης
ανάγκης, Κέβιν Όρ, που είχε αναλάβει τον περασμένο Μάρτιο να διαπραγματευτεί με τους πιστωτές μια εθελοντική αναδιάρθρωση του χρέους.
Οι διαπραγματεύσεις κατέληξαν σε ναυάγιο και ο Κέβιν Όρ επέλεξε την αίτηση πτώχευσης για να πιέσει τους 100.000 πιστωτές να αποδεχθούν να μειώσουν τις απαιτήσεις τους αντί να χάσουν όλα τα χρήματα που προορίζονταν για τις ήδη προβληματικές, εξαιτίας των αλλεπάλληλων περικοπών, δημοτικές υπηρεσίες.
Ο αργός θάνατος του Ντιτρόιτ συνοδεύτηκε από παρακμή σε όλα τα επίπεδα. Τα τελευταία 60 χρόνια ο πληθυσμός του συρρικνώθηκε κατά το ήμισυ, εκατοντάδες επιχειρήσεις είτε έκλεισαν είτε το εγκατέλειψαν, η ανεργία σε πολλές περιοχές αγγίζει το 50%, οι δημόσιες υπηρεσίες υποβαθμίστηκαν, το {1/3} των νοικοκυριών ζει κάτω από το όριο της φτώχειας, το {40%} του δημόσιου φωτισμού έχει τεθεί εκτός λειτουργίας, όπως και το 25% των ασθενοφόρων που οι αρχές αδυνατούν να αντικαταστήσουν.
Τα μισά δημοτικά πάρκα έχουν κλείσει ενώ καταγράφεται ρεκόρ εγκληματικότητας. Η αστυνομία, η οποία στις υπόλοιπες Πολιτείες χρειάζεται κατά μέσο όρο 11 λεπτά για να φθάσει όπου την καλούν, στο Ντιτρόιτ θέλει 58 ολόκληρα λεπτά.
Χαρακτηριστικά μιας χρεοκοπημένης κοινωνίας δηλαδή…
Σε ανακοίνωσή του, ο κυβερνήτης του Μίσιγκαν υπογραμμίζει ότι πήρε αυτή τη δύσκολη απόφαση «προκειμένου οι κάτοικοι του Ντιτρόιτ να εξακολουθήσουν να έχουν πρόσβαση σε βασικές δημόσιες υπηρεσίες και η πόλη να ξεκινήσει από το μηδέν σε σταθερή οικονομική βάση που θα της επιτρέψει να αναπτυχθεί στο μέλλον».
Στον ίδιο τόνο και οι δηλώσεις από τον Λευκό Οίκο. Η εκπρόσωπος τύπου Έιμι Μπράντετζ διαβεβαίωσε ότι ο πρόεδρος Ομπάμα «παρακολουθεί στενά την κατάσταση» αλλά σε αντίθεση με το 2008 που η ομοσπονδιακή κυβέρνηση είχε διαθέσει χρήματα για την General Motors και την Chrysler, αυτή τη φορά δεν έδωσε καμία υπόσχεση στις αρχές του Ντιτρόιτ.
Πώς, όμως, έφθασε να βαρέσει «κανόνι» ένα από τα πιο ακμάζοντα κέντρα αυτοκινητοβιομηχανίας στον κόσμο;
Οι αιτίες πηγάζουν από την οικονομική κακοδιαχείριση του δήμου, τη ραγδαία μείωση του πληθυσμού και την απώλεια φορολογικών εσόδων.
Σήμερα το Ντιτρόιτ μετρά περισσότερους από δύο συνταξιούχους για κάθε εργαζόμενο πολίτη. Η πόλη συγκλονίστηκε από σκάνδαλα διαφθοράς επί σειρά ετών.
Ο πρώτος δήμαρχος της πόλης, Κουάμι Κιλπάτρικ -πρώην ανερχόμενο αστέρι του Δημοκρατικού Κόμματος- είναι στη φυλακή μετά από καταδίκες για πολλές υποθέσεις απευθείας ανάθεσης δημόσιων έργων απ’ όπου λάμβανε προμήθειες.
Τη χαριστική βολή έδωσε η κρίση του 2008 και τα τοξικά δάνεια που έδιωξαν από τα σπίτια τους όσους κατοίκους το ‘’πάλευαν’’ ακόμη. Τότε καταστράφηκαν κι άλλες θέσεις εργασίας και μειώθηκαν περισσότερο τα φορολογικά έσοδα.
To 2008 o Μιτ Ρόμνεϊ, o υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών με καταγωγή από το Ντιτρόιτ, είχε δηλώσει στην εφημερίδα New York Times το εξής προκλητικό: » Ας αφήσουμε το δήμο να χρεοκοπήσει. Με μια αναδιάρθρωση του χρέους και βοηθώντας την αυτοκινητοβιομηχανία να ξαναβρεί την ανταγωνιστικότητά της, η πόλη θα μπορούσε να κάνει νέο ξεκίνημα».
Η ευχή του Ρόμνεϊ σήμερα πραγματοποιήθηκε, όμως η αβεβαιότητα για το μέλλον εντείνεται όσο ποτέ άλλοτε, καθώς δεν διαφαίνεται καμία μεταβολή στην σκληρή λιτότητα που ακολουθείται εδώ και πολλά χρόνια στο Ντιτρόιτ.
Συνέπεια της πτώχευσης θα είναι περισσότερες περικοπές σε μισθούς δημοτικών υπαλλήλων, συντάξεις, επιδόματα, περαιτέρω συρρίκνωση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, και {πάγωμα} των επενδύσεων και προσλήψεων.
Από το 1950 περίπου 60 πόλεις έχουν κηρύξει πτώχευση στις ΗΠΑ, ενώ από το 2010 μέχρι σήμερα άλλες οκτώ. Νέα Υόρκη και Φιλαδέλφεια έφθασαν στο χείλος της καταστροφής, ενώ πολλές άλλες βρίσκονται σε πολύ άσχημη οικονομική κατάσταση και θα μπορούσαν να ακολουθήσουν.
Η πτώχευση στον μονόδρομο της λιτότητας, με μειώσεις κάθε είδους και ένα υπερτιμημένο χρέος, θα μπορούσε να παγιδεύσει το Ντιτρόιτ σε μια ακόμα πιο ακραία υφεσιακή περιδίνηση. Εκτός κι αν η πρώην πρωτεύουσα της παγκόσμιας αυτοκινητοβιομηχανίας δεν αποτελεί μόνο τη μεγαλύτερη πόλη στην ιστορία των ΗΠΑ που χρεοκόπησε, αλλά είναι κι ένα μεγάλο πείραμα για το τι θα επακολουθήσει σε γονατισμένες και ανεπανόρθωτα χτυπημένες από την λιτότητα οικονομίες.
Με το συσσωρευμένο χρέος να έχει εκτοξευθεί στο δυσθεώρητο ύψος των 18,5 δισ δολαρίων περίπου (14 δισ ευρώ) για 700,000 κατοίκους, ο κυβερνήτης του Μίσιγκαν Ρικ Σνάιντερ δεν είχε άλλη επιλογή από το να ακολουθήσει τις συμβουλές του διαχειριστή της κατάστασης έκτακτης
ανάγκης, Κέβιν Όρ, που είχε αναλάβει τον περασμένο Μάρτιο να διαπραγματευτεί με τους πιστωτές μια εθελοντική αναδιάρθρωση του χρέους.
Οι διαπραγματεύσεις κατέληξαν σε ναυάγιο και ο Κέβιν Όρ επέλεξε την αίτηση πτώχευσης για να πιέσει τους 100.000 πιστωτές να αποδεχθούν να μειώσουν τις απαιτήσεις τους αντί να χάσουν όλα τα χρήματα που προορίζονταν για τις ήδη προβληματικές, εξαιτίας των αλλεπάλληλων περικοπών, δημοτικές υπηρεσίες.
Ο αργός θάνατος του Ντιτρόιτ συνοδεύτηκε από παρακμή σε όλα τα επίπεδα. Τα τελευταία 60 χρόνια ο πληθυσμός του συρρικνώθηκε κατά το ήμισυ, εκατοντάδες επιχειρήσεις είτε έκλεισαν είτε το εγκατέλειψαν, η ανεργία σε πολλές περιοχές αγγίζει το 50%, οι δημόσιες υπηρεσίες υποβαθμίστηκαν, το {1/3} των νοικοκυριών ζει κάτω από το όριο της φτώχειας, το {40%} του δημόσιου φωτισμού έχει τεθεί εκτός λειτουργίας, όπως και το 25% των ασθενοφόρων που οι αρχές αδυνατούν να αντικαταστήσουν.
Τα μισά δημοτικά πάρκα έχουν κλείσει ενώ καταγράφεται ρεκόρ εγκληματικότητας. Η αστυνομία, η οποία στις υπόλοιπες Πολιτείες χρειάζεται κατά μέσο όρο 11 λεπτά για να φθάσει όπου την καλούν, στο Ντιτρόιτ θέλει 58 ολόκληρα λεπτά.
Χαρακτηριστικά μιας χρεοκοπημένης κοινωνίας δηλαδή…
Σε ανακοίνωσή του, ο κυβερνήτης του Μίσιγκαν υπογραμμίζει ότι πήρε αυτή τη δύσκολη απόφαση «προκειμένου οι κάτοικοι του Ντιτρόιτ να εξακολουθήσουν να έχουν πρόσβαση σε βασικές δημόσιες υπηρεσίες και η πόλη να ξεκινήσει από το μηδέν σε σταθερή οικονομική βάση που θα της επιτρέψει να αναπτυχθεί στο μέλλον».
Στον ίδιο τόνο και οι δηλώσεις από τον Λευκό Οίκο. Η εκπρόσωπος τύπου Έιμι Μπράντετζ διαβεβαίωσε ότι ο πρόεδρος Ομπάμα «παρακολουθεί στενά την κατάσταση» αλλά σε αντίθεση με το 2008 που η ομοσπονδιακή κυβέρνηση είχε διαθέσει χρήματα για την General Motors και την Chrysler, αυτή τη φορά δεν έδωσε καμία υπόσχεση στις αρχές του Ντιτρόιτ.
Πώς, όμως, έφθασε να βαρέσει «κανόνι» ένα από τα πιο ακμάζοντα κέντρα αυτοκινητοβιομηχανίας στον κόσμο;
Οι αιτίες πηγάζουν από την οικονομική κακοδιαχείριση του δήμου, τη ραγδαία μείωση του πληθυσμού και την απώλεια φορολογικών εσόδων.
Σήμερα το Ντιτρόιτ μετρά περισσότερους από δύο συνταξιούχους για κάθε εργαζόμενο πολίτη. Η πόλη συγκλονίστηκε από σκάνδαλα διαφθοράς επί σειρά ετών.
Ο πρώτος δήμαρχος της πόλης, Κουάμι Κιλπάτρικ -πρώην ανερχόμενο αστέρι του Δημοκρατικού Κόμματος- είναι στη φυλακή μετά από καταδίκες για πολλές υποθέσεις απευθείας ανάθεσης δημόσιων έργων απ’ όπου λάμβανε προμήθειες.
Τη χαριστική βολή έδωσε η κρίση του 2008 και τα τοξικά δάνεια που έδιωξαν από τα σπίτια τους όσους κατοίκους το ‘’πάλευαν’’ ακόμη. Τότε καταστράφηκαν κι άλλες θέσεις εργασίας και μειώθηκαν περισσότερο τα φορολογικά έσοδα.
To 2008 o Μιτ Ρόμνεϊ, o υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών με καταγωγή από το Ντιτρόιτ, είχε δηλώσει στην εφημερίδα New York Times το εξής προκλητικό: » Ας αφήσουμε το δήμο να χρεοκοπήσει. Με μια αναδιάρθρωση του χρέους και βοηθώντας την αυτοκινητοβιομηχανία να ξαναβρεί την ανταγωνιστικότητά της, η πόλη θα μπορούσε να κάνει νέο ξεκίνημα».
Η ευχή του Ρόμνεϊ σήμερα πραγματοποιήθηκε, όμως η αβεβαιότητα για το μέλλον εντείνεται όσο ποτέ άλλοτε, καθώς δεν διαφαίνεται καμία μεταβολή στην σκληρή λιτότητα που ακολουθείται εδώ και πολλά χρόνια στο Ντιτρόιτ.
Συνέπεια της πτώχευσης θα είναι περισσότερες περικοπές σε μισθούς δημοτικών υπαλλήλων, συντάξεις, επιδόματα, περαιτέρω συρρίκνωση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, και {πάγωμα} των επενδύσεων και προσλήψεων.
Από το 1950 περίπου 60 πόλεις έχουν κηρύξει πτώχευση στις ΗΠΑ, ενώ από το 2010 μέχρι σήμερα άλλες οκτώ. Νέα Υόρκη και Φιλαδέλφεια έφθασαν στο χείλος της καταστροφής, ενώ πολλές άλλες βρίσκονται σε πολύ άσχημη οικονομική κατάσταση και θα μπορούσαν να ακολουθήσουν.
Η πτώχευση στον μονόδρομο της λιτότητας, με μειώσεις κάθε είδους και ένα υπερτιμημένο χρέος, θα μπορούσε να παγιδεύσει το Ντιτρόιτ σε μια ακόμα πιο ακραία υφεσιακή περιδίνηση. Εκτός κι αν η πρώην πρωτεύουσα της παγκόσμιας αυτοκινητοβιομηχανίας δεν αποτελεί μόνο τη μεγαλύτερη πόλη στην ιστορία των ΗΠΑ που χρεοκόπησε, αλλά είναι κι ένα μεγάλο πείραμα για το τι θα επακολουθήσει σε γονατισμένες και ανεπανόρθωτα χτυπημένες από την λιτότητα οικονομίες.
πηγή: stithoskopio